Το κείμενο είναι του διαπρεπούς θεολόγου με τον οποίον είμαστε και συνομήλικοι. Πιστεύω ότι θα αρέσει. Έβαλα και μπόλικα links Robert M. Price
Θυμάμαι ένα
συγκεκριμένο βιβλίο με κόμικς του Υπέρ παιδιού στο οποίο το ατσάλινο παιδί
ανακαλύπτει με κάποιον τρόπο ότι στο μέλλον, αυτός θεωρείται μυθικός όπως ο
Πήτερ Παν και ο Σάντα Κλάους. Προσβεβλημένος
από αυτήν την τροπή των γεγονότων, πετά ταχύτερα από το φως εισέρχεται στο
μέλλον και το διορθώνει. Κάνει κάμποσα υπερ-κατορθώματα και δικαιώνεται, κι
επιστρέφει. Έτσι το υπερ παιδί καταλήγει γελώντας τελευταίο-ή όχι;
Φυσικά, αυτό
είναι απλώς μια φανταστική διήγηση! Οι
άνθρωποι στο μέλλον ήταν εντάξει! Το υπερ παιδί είναι μυθικό όσο και ο Σάντα
Κλάους και ο Πήτερ Παν.
Αυτό
εμφανίζει στενές αναλογίες με τις προσπάθειες των Χριστιανών απολογητών να
παρουσιάσουν σαν ιστορικό γεγονός το αφήγημα του Υπερφυσικού Σωτήρα ο οποίος
γεννήθηκε από παρθένα, θεράπευσε αρρώστιες, ανέστησε νεκρούς, μετέτρεψε το νερό
σε κρασί, περπάτησε πάνω στο νερό, σηκώθηκε από τον τάφο και ανήλθε με σάρκα
και οστά στους ουρανούς.
Συνήθισα να
σκέφτομαι, όταν ήμουν Χριστιανός απολογητής, υπερασπιστής της ευαγγελικής
πίστης, ότι παρουσιάζοντας αυτήν την αφήγηση σαν ιστορικό συμβάν έκανα μια
αρκετά αξιοπρεπή δουλειά. Προέβαλλα μια ποικιλία επιχειρημάτων τα οποία τώρα
αναγνωρίζω ότι ήταν κίβδηλα, όπως η υποτιθέμενη εγγύτητα των ευαγγελίων προς τα
γεγονότα που καταγράφονταν σ’ αυτά, η ευλογοφανής χρήση της αυτόπτους μαρτυρίας,
κλπ. Τώρα, αναδρομικά, κρίνω ότι οι προσπάθειές μου ήταν αποτελεσματικές όσο
και αυτές του υπερ παιδιού! Πως όλα όσα ειπώθηκαν και έγιναν ήσαν απλά μυθοπλασία.
Μια
προειδοποίηση: Προτίθεμαι να παρουσιάσω, εν συντομία, κάποιους λόγους για τις
απόψεις που έχω τώρα. Δεν προσδοκώ ότι το ίδιο το γεγονός ότι υπήρξα κάποτε
Ευαγγελικός απολογητής και τώρα βλέπω τα πράγματα διαφορετικά θα ‘πρεπε από
μόνον του να υπολογίζεται σαν στοιχείο ότι πρέπει να έχω δίκαιο. Θα ήταν πλάνη εξ
ορισμού. Θα ήταν σκέτη ειρωνεία αν θεωρήσω ότι ο John Rankin είχε δίκαιο στον εναγκαλισμό του με
τον ευαγγελικό χριστιανισμό επειδή υπήρξε κάποτε αγνωστικιστής μονοθειστής,
κάτι που αποκήρυξε για την χριστιανικής πίστη. Και στις δυο περιπτώσεις, αυτό
που έχει σημασία, είναι τα αίτια της αλλαγής της άποψης, και όχι η πράξη καθ’
εαυτή.
Έχοντάς το
εμπεδώσει, επιτρέψτε με να πω ότι σκέφτομαι πως υπάρχουν τέσσερεις λογικές
σύμφωνα με τις οποίες ο Ιησούς Χριστός
πρέπει να αναφέρεται ως «μυθοπλασία»
Η πρώτη (και
προειδοποιώ, αυτή σηκώνει μακράν περαιτέρω επεξήγηση): Είναι αρκετά πιθανό,
παρότι δεν είναι με τίποτα οριστικά αποδείξιμο, ότι η κεντρική φιγούρα των
ευαγγελίων δεν βασίζεται σε κάποιο ιστορικό άτομο. Τιθέμενο απλά, όχι μόνον
είναι ο θεολογικός «χριστός της πίστης» μια συνθετική κατασκευή θεολόγων, μια
συμβολική φιγούρα ενός «Θείου Σαμ», αλλά αν ταξιδεύατε μέσω του χρόνου, σαν το
υπερ-παιδί, και πηγαίνατε στην Ναζαρέτ του πρώτου αιώνα, δεν θα βρίσκατε τον
Ιησού Χριστό να ζει εκεί. Γιατί το συμπεραίνω; Υπάρχουν τρεις λόγοι του οποίους
πρέπει να παρουσιάσω υπεραπλουστευμένους προς χάριν οικονομίας χρόνου.
1) Αδρομερώς
και λεπτομέρως, η ζωή του Ιησού όπως εικονογραφείται στα ευαγγέλια
αντιπροσωπεύει το παγκόσμιο Μυθικό Αρχέτυπο του Ήρωα στο οποίο η γέννηση
του θεϊκού ήρωα είναι υπερφυσική, προαναγγελμένη και σκιαγραφημένη, σαν βρέφος
να αποφεύγει απόπειρες εναντίον της ζωής του, σαν παιδί να δείχνει την προικισμένη
σοφία του, να αναλαμβάνει μια θεία αποστολή, να νικά δαίμονες, να κερδίζει
αναγνώριση, να χαιρετιέται ως βασιλιάς, κατόπιν να προδίδεται χάνοντας την
δημοτικότητά του, να εκτελείται συχνά στην κορυφή ενός λόφου, και να δικαιώνεται
και να γίνεται δεκτός στους ουρανούς.
Αυτά τα
χαρακτηριστικά ευρίσκονται στους ηρωικούς μύθους και έπη σ’όλα τα πλάτη του
κόσμου. Λεπτομερέστερα η υποτιθέμενη βιογραφία, λέγει ότι αυτή του Ηρακλή, του Απολλώνιου Τυανέος, του Πάτμα Σαμπάβα, του Γκαουτάμα Βούδα, και αντιπροσωπεύει αυτήν την συνταγή πλοκής, για
την οποία είναι το πιθανότερο ο
μελετητής να συμπεράνει, ότι ο ιστορικός
χαρακτήρας έχει μεταμορφωθεί από κάποιο μύθο.
Στην
περίπτωση του Ιησού Χριστού, όπου στην πραγματικότητα κάθε πτυχή της διήγησης
ταιριάζει στο αρχέτυπο του μυθικού ήρωα απολύτως, δεν υπάρχει κανένα «λαϊκό»,
βιογραφικό στοιχείο ούτως ειπείν, ο ισχυρισμός της ύπαρξης μιας ιστορικής
φυσιογνωμίας πίσω από τον μύθο καταλήγει αυθαίρετος. Ίσως να υπήρξε, αλλά δεν
μπορεί πλέον να θεωρείται ιδιαίτερα πιθανό, και
αυτό είναι το μόνον που οι ιστορικοί μπορούν να χειριστούν: Οι
πιθανότητες.
Μπορεί να
υπήρξε ένας αρχικός Βασιλιάς Αρθούρος, αλλά δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος να το
σκεφτούμε. Μπορεί να υπήρξε κάποιος ιστορικός Ιησούς της Ναζαρέτ, επίσης, αλλά,
σ’ αντίθεση με τους περισσότερους συναδέλφους μου στο Σεμινάριο του Ιησού, δεν
μπορούμε απλά να υποθέσουμε ότι υπήρξε.
2) Ειδικά, η
ιστορία των παθών των Ευαγγελίων μου δίνει την εντύπωση της υπερβολικής
εγγύτητας προς τους σύγχρονούς της μύθους του θνήσκοντος και αναστηνόμενου
σωτήρος θεού, συμπεριλαμβανομένων των Όσιρη, Ταμούζ, Βαάλ, Άττη, Άδωνη, Ηρακλή
και Ασκληπιού. Όπως ο Ιησούς έτσι και αυτές οι φυσιογνωμίες πιστεύεται ότι
έζησαν κάποτε μια ζωή πάνω στην γή, φονεύθηκαν και αναστήθηκαν αμέσως μετά. Ο
θάνατος και η ανάστασή τους .γιορτάζονταν στις περισσότερες των περιπτώσεων με
λατρευτικές τελετές κάθε άνοιξη για την
αναγγελία της επιστροφής της ζωής στο φυτικό βασίλειο. Σε πολλούς μύθους, το
σώμα του σωτήρος αλείφεται με λάδι για την ταφή, ανακαλύπτεται από γυναίκες και
επανεμφανίζεται ζωντανό μερικές μέρες αργότερα.
3) Παρόμοια,
οι λεπτομέρειες των αναφορών στη σταύρωση, ταφή και ανάσταση είναι εκπληκτικά
παρόμοιες προς τα γεγονότα αρκετών λαϊκών μυθιστορημάτων της ίδιας περιόδου που
επιβίωσαν, στα οποία δύο εραστές χωρίζονται όταν η γυναίκα θεωρείται νεκρή και
θάβεται κατά λάθος ζωντανή. Τυμβωρύχοι την ανακαλύπτουν ζωντανή και την
απαγάγουν. Ο εραστής της βρίσκει τον τάφο άδειο, τα σάβανα ακόμη στην θέση
τους, και στην αρχή συμπεραίνει ότι αυτή έχει αναστηθεί και έχει αναληφθεί στους ουρανούς. Τότε,
αντιλαμβανόμενος τι πρέπει να έχει συμβεί, ξεκινά να την ψάχνει. Κατά την
διάρκεια των περιπετειών του, αργά η γρήγορα καταδικάζεται σε σταύρωση ή
πραγματικά σταυρώνεται, αλλά καταφέρνει να δραπετεύσει. Όταν μετά από πολλά το
ζευγάρι ξαναβρίσκεται, και έχοντας φαντασθεί ο ένας τον άλλον για πολύ νεκρό,
δεν μπορούν πια να πιστέψουν ούτε ότι το άλλο τους μισό είναι ζωντανό ούτε ότι
ήρθε κάποιο φάντασμα για να τους αποχαιρετήσει.
Υπήρξαν δύο
απαντήσεις σ’ αυτά τα στοιχεία από τους απολογητές. Πρώτον, ισχυρίστηκαν ότι
όλοι αυτοί οι μύθοι είναι προϊόν λογοκλοπής από τα ευαγγέλια από παγανιστές μιμητές,
υποδεικνύοντας κάποια από τα στοιχεία ως μεταχριστιανικά , αν και τα
περισσότερα είναι προχριστιανικά. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι πρώτοι Χριστιανοί
απολογητές επιχειρηματολογούν ότι αυτοί
οι παραλληλισμοί προς τα ευαγγέλια είναι εκ των προτέρων πλαστογραφήσεις του Σατανά, ο
οποίος γνώριζε τι πραγματικά θα συνέβαινε αργότερα και ήθελε να
αποπροσανατολίσει τους ανθρώπους. Αυτό μοιάζει με την απέλπιδα απόπειρα των
φονταμεταλιστών του δέκατου ένατου αιώνα να ισχυριστούν ότι ο Σατανάς δημιούργησε ψεύτικα
κόκκαλα δεινοσαύρων για να βάλει σε πειρασμό τους πιστούς ώστε να μην πιστέψουν στη Γένεση! Αυτό το
επιχείρημα, ότι δηλαδή οι παγανιστικοί μύθοι των θανατωμένων και αναστημένων
θεών ήσαν πιο πρόσφατοι από αυτούς των Χριστιανών, κατά την άποψή μου, δεν
μπορεί να προβληθεί από κανέναν.
Δεύτερον, σε
μια διαφοροποίηση πάνω στο θέμα, ο C.S. Lewis υποστήριξε
ότι στην υπόθεση του Ιησού «ο μύθος έγινε πράξη». Παραδέχτηκε την όλη
επιχείρηση πάνω στον Μυθικό Ήρωα και την ομοιότητα προς τον παγανιστικούς
σωτήρες, μόνο που τους έκανε ένα είδος
προφητικής φάρσας, δημιουργήματα της θλιμμένης ανθρώπινης καρδιάς, μουντά
περιγράμματα της ενσάρκωσης του Χριστού πριν αυτή συμβεί στην πραγματικότητα
Σε απάντηση
προς αυτό, σκέφτομαι ένα ανέκδοτο που
μου είπε ο συμμαθητής Bruce Chilton, πως, μένοντας το Σαββατοκύριακο
στο σπίτι φίλου, εξεπλάγη όταν είδε ότι το λουτρό των φιλοξενούμενων ήταν
γεμάτο από μια ποικιλία πετσετών που σουφρώθηκαν από το Hilton, το Ramada Inn, το Holiday Inn, κλπ. Τι
ήταν πιο εύλογο: Να ρωτήσει αν αντιπρόσωποι απ’ όλα τα ξενοδοχεία τρύπωσαν στο
μπάνιο του φίλου του και ο καθένας τους αντέγραψε τα σχέδια των πετσετών; Ή ότι
τους έκλεψε ο φίλος του από τα ξενοδοχεία τους;
Το
επιχείρημα του Lewis είναι της απελπισίας. Κανείς δεν θα μπορούσε να το σκεφτεί
εκτός κι αν πίστευε από κάποια παρόρμηση, ότι ενώ όλοι οι άλλοι υπερήρωες (ο Batman, ο Captain Marvel, ο Flash) ήσαν
μυθιστορηματικοί, το Υπερ παιδί ήταν στην πραγματικότητα γνήσιο.
3) Οι
επιστολές της Καινής Διαθήκης μπορεί να αναγνωσθούν αβίαστα μόνον ως
προϋποθέτουσες μια περίοδο στην οποία οι Χριστιανοί δεν πίστευαν ακόμη ότι ο θεός σωτήρας τους ήταν μια φυσιογνωμία που
έζησε στην γη το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν. Ο Παύλος για παράδειγμα, ποτέ δεν
ανέφερε τον Ιησού ως θεραπευτή ή ακόμη ως δάσκαλο. Δυο φορές μνημονεύει αυτό
που αυτός αποκαλούσε «λόγους του Κυρίου»,, αλλά ακόμη και συντηρητικοί μελετητές
της Καινής Διαθήκης παραδέχονται ότι μπορεί εύκολα να σημαίνουν προφητικές
αποκαλύψεις από τον ουράνιο Χριστό. Ο
Παύλος δεν αποδίδει τον θάνατο του Ιησού, ούτε στους Ρωμαίους ούτε στους
Ιουδαίους κυβερνήτες, αλλά μάλλον στα σχέδια του άρχοντα του σκότους, αγγέλων
που κυβερνούν τον πεπτοκώτα κόσμο. Η προς Ρωμαίους και την πρώτη του Πέτρου προειδοποιούν
τους Χριστιανούς να προσέχουν την πορεία τους, υπενθυμίζοντάς τους ότι οι Ρωμαϊκές
αρχές ποτέ δεν τιμωρούν τους ενάρετους, αλλά μόνον τους πονηρούς. Πως θα έλεγαν
κάτι τέτοιο αν γνώριζαν την ιστορία του Πόντιου Πιλάτου;
Οι δύο
εξαιρέσεις, 1η προς Θεσσαλονικείς και 2α προς Τιμόθεο,
επιστολές που κατηγορούν τον Πιλάτο ή τους Ιουδαίους για τον θάνατο του Ιησού,
υπηρετούν μόνον την απόδειξη της αλήθειας. Αμφότερες μπορεί εύκολα να
αποδειχθούν με άλλα στοιχεία ότι είναι μη Παύλειες και νεώτερες των Ευαγγελίων.
Ο Ιησούς είναι
τελικά «ιστορικοποιημένος», ανασχεδιασμένος ως ανθρώπινο όν που έζησε
κάποτε (περισσότερο απ’ όσο ήσαν ο Σαμσόν, ο Ενώχ, ο Ιαβαλ, ο Γαδ, ο Ιησούς του
Ναυή και διάφοροι άλλοι αρχαίοι Ισραηλίτες θεοί). Ως μέρος αυτής της
διαδικασίας υπήρξαν διάφορες ανεξάρτητες
απόπειρες να τοποθετηθεί ο Ιησούς στην πρόσφατη ιστορία ρίχνοντας το
φταίξιμο για τον θάνατό του στον έναν ή τον άλλον υποψήφιο, σε πασίγνωστους τυράννους
πχ συμπεριλαμβανομένων των Ηρώδη Αντύπα,
Πόντιο Πιλάτο και ακόμη του Αλέξανδρου Ιανναίου τον πρώτο αιώνα πχ! Τώρα, εάν ο
θάνατος του Ιησού ήταν ένα πραγματικά ιστορικό γεγονός γνωστό σε αυτόπτες μάρτυρές
του, αποκλειόταν η παραγωγή μιας τέτοιας ποικιλίας εκδοχών, διαφοροποιημένων
μάλιστα σε ένα τόσο θεμελιώδες σημείο.
Κι αν οι
Χριστιανοί θυμούνταν το πάθος ως μια σειρά πρόσφατων γεγονότων, γιατί οι
πρώιμες ευαγγελικές καταγραφές της σταύρωσης επεκτείνουν την λακωνική
διήγηση με κλεμμένα εδάφια από τους Ψαλμούς 22; Γιατί η 1η του Πέτρου δεν έχει να
πει τίποτε λεπτομερέστερο από το 53 του Ησαΐα για να ενισχύσει την καταγραφή
των βασάνων του Ιησού; Γιατί ο Ματθαίος συμπληρώνει την εκδοχή του Μάρκου, όχι
με ιστορική παράδοση ή μνήμη αυτοπτών, αλλά με περισσότερα αποσπάσματα, αυτήν
την φορά από τον Ζαχαρία και την Σοφία Σολομώντος;
Έτσι βρίσκω
τον εαυτό μου να έλκεται όλο και περισσότερο από την θεωρία, κάποτε βίαια καταπολεμημένη
από μελετητές, τώρα καταπνιγμένη από
σιωπηρή συναίνεση, ότι δεν υπήρξε ο ιστορικός Ιησούς που στέκεται πίσω
από το βιτρό της ευαγγελικής μυθολογίας. Ότι αυτός δεν είναι παρά ένα παραμύθι.
Ανταπαντήσεις:
1) Κρίνουμε
του μύθους τους όχι μέσα από την προκατάληψη του άτοπου των θαυμάτων, αλλά δια
της Αρχής της Αναλογίας, την μόνη εναλλακτική προς αυτόν που αρνείται να
πιστέψει οτιδήποτε του σερβίρει το National Inquirer. Εάν δεν
χρησιμοποιούμε τα πρότυπα των καθημερινών μας εμπειριών για να αξιολογούμε
ισχυρισμούς για το παρελθόν, τότε τι άλλο πρότυπο μπορεί να υπάρχει; Και γιατί
θα πρέπει να πιστεύουμε ότι ο Θεός ή η Φύση έκαναν πράγματα με κάποιον τρόπο
που δεν ακολουθούν τώρα; Δεν υποτίθεται ότι ο Θεός είναι ο ίδιος χθες, σήμερα
και πάντα;
2) Ο
ισχυρισμός των απολογητών ότι υπήρξε «πολύ λίγος χρόνος μεταξύ του θανάτου του
Ιησού και της συγγραφής των Ευαγγελίων για ανάπτυξη θρύλων» είναι
ανακυκλούμενος. Προϋποθέτει δηλαδή έναν
ιστορικό Ιησού σε συγκεκριμένο χρόνο: 40 χρόνια είναι αρκετός καιρός για
επέκταση ενός θρύλου, αλλά η Θεωρία του Μυθικού Χριστού δεν απαιτεί την
παραδοχή ότι η φυσιογνωμία του Χριστού δημιουργήθηκε την εποχή του Πάντιου
Πιλάτου, και ότι μόνο αργότερα, η εποχή του Πιλάτου επιλέχθηκε αναδρομικά ως
τοποθεσία για τον Ιησού.
α) Δες στο Oral Tradition as History του Jan Vansina, πάνω στη τάση
της προφορικής παράδοσης να κρατά ενημερωμένα τα θεμελιώδη μυθικά γεγονότα,
κρατώντας τα πάντα σε μικρή απόσταση, μερικές μόνον γενιές πίσω από το εκάστοτε
παρόν..
β) Ακόμη κι
αν υπήρχε ιστορικός Ιησούς και γνωρίζαμε ότι είχε αυτόπτες μάρτυρες, οι
απολογητές αδυνατούν να λάβουν υπ’ όψιν τους πρόσφατες μελέτες οι οποίες
αποδεικνύουν ότι οι καταθέσεις αυτοπτών μαρτύρων, ειδικά σε ασυνήθιστα
γεγονότα, είναι οι πιο αναξιόπιστες απ’ όλες, ότι οι άνθρωποι τείνουν να
ξαναγράψουν αυτό που είδαν κάτω από το φως της κατάταξης των συνηθειών και των προσδοκιών
τους. Έτσι ο Strauss ήταν
εύστοχος όταν πρότεινε ότι οι πρώτοι Χριστιανοί απλώς φαντάστηκαν τον Χριστό να εκπληρώνει τις προσδοκώμενες
από μεσσίες και προφήτες πράξεις.
3) Είναι
έωλο από τη μια να απορρίπτεις όλες τις παρόμοιες διηγήσεις ως παραμύθια και να
επιμένεις ότι η δική σου εκδοχή είναι διαφορετική. Εάν το κάνεις αυτό,
παραδέξου το, είσαι φιντεϊστής,
όχι πλέον απολογητής (αν υπάρχει κάποια διαφορά!).
Δεύτερον, ο
«ιστορικός Ιησούς» που ανακατασκευάστηκε από τους μελετητές της Καινής Διαθήκης
είναι πάντα η αντανάκλαση των προσώπων των μελετητών που τον ανακατασκεύασαν. Ο
Albert Schweitzer ήταν ίσως η
μόνη εξαίρεση, αυτός διασαφήνισε με οδυνηρό τρόπο ότι οι προηγούμενοι αναλυτές
του Ιστορικού Ιησού είχαν μάλλον σχεδιάσει την δική τους αυτοπροσωπογραφία. Όλοι
ασυνείδητα χρησιμοποίησαν τον ιστορικό Ιησού σαν μαριονέτα εγγαστρίμυθου. Ό
Χριστός όφειλε να διδάσκει την αλήθεια, και οι δικές τους πεποιθήσεις οφείλουν
να είναι η αλήθεια, έτσι λοιπόν ο ιησούς όφειλε να διδάσκει τις πεποιθήσεις
τους. (φυσικά κάθε βιβλιστής κάνει το ίδιο! «Το είπα» «Ο Θεός το πιστεύει! Ταιριάζει!»)
Η σημερινή πολιτική ορθοφροσύνη των «Ιστορικών Ιησούδων», όντας περισσότερο
κλώνοι των μελετητών που τους σχεδίασαν, δεν είναι διαφορετική,.
Ο C.S. Lewis είχε δίκαιο
πάνω σ’ αυτό στο The Screwtape Letters: «Κανείς «Ιστορικός
Ιησούς» δεν έχει σχέση με την ιστορία.» Τίποτε δεν μπορεί να προστεθεί πάνω σ’
αυτά που υπάρχουν στα τεκμήρια Αλλά, όπως τόσο συχνά κάνουν οι απολογητές, αυτός
εκλαμβάνει τον φιδεϊσμό ως φυσιολογική κατάληξη μόλις ο αγνωστικισμός φανεί
απαιτητικός. Αυτό που φαντάζεται ότι τα ευαγγέλια τόσο καθαρά «λένε» είναι ένας
μυθικός ήρωας! Όταν, στην μονογραφία του, «Σύγχρονη Θεολογία και Βιβλική
Επικριτική», ο Lewis αντλούσε επιρροή ως αναπροσδιοριζόμενος ειδικός και
αρνιόταν ότι τα ευαγγέλια είναι κάτι σαν αρχαίοι μύθοι, το μόνον που θα
μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί ήταν τι θα ‘πρέπε να είχε βάλει στην πανταχού
παρούσα πίπα του!
Η άποψή μου
είναι απλά ότι, ακόμη κι αν υπήρχε ένας ιστορικός Ιησούς ευρισκόμενος πίσω από
τον Ευαγγελικό Χριστό, αυτός δεν μπορεί ποτέ να ανακαλυφθεί. Κι αν κάποτε
υπήρξε έναν ιστορικός Χριστός, αυτός δεν υπάρχει πλέον. Όλες οι απόπειρές μας
να τον ανακαλύψουμε καταλήγουν σε σύγχρονες αναμυθοποιήσεις του Ιησού. Κάθε
«ιστορικός Ιησούς» είναι Χριστός πίστης.
Πίστης κάποιων. Έτσι ο «ιστορικός χριστός» των σύγχρονων μελετητών δεν είναι
τίποτε παραπάνω από μυθοπλασία.
Τρίτον, ο Ιησούς
ως προσωπικός σωτήρας, με τον οποίον οι άνθρωποι ισχυρίζονται, όπως το έκανα κι
εγώ, ότι έχουν «προσωπική σχέση», είναι στη
φύση της μυθοπλασίας, ουσιαστικά μια ψυχολογική προβολή, ένας
«φανταστικός φίλος». Δεν υπάρχει καμιά διαφορά από τις ποπ-ψυχολογικές
ασκήσεις «Οραματισμού», ή το τέχνασμα του John Bradshaw της φαντασίωσης μιας θεραπευτικής συνάντησης με
κάποιον αγαπημένο από το παρελθόν, ή η Jean Houston να οδηγεί την Hillary Clinton σε έναν
ομολογουμένως φανταστικό διάλογο με την Ελεονόρα Roosevelt.
Υποθέτω ότι
δεν υπάρχει τίποτε λάθος σ’ όλα αυτά, αλλά οφείλει κανείς να τα αναγνωρίσει,
όπως κάνουν η Hillary Clinton και η Jean Houston, και ο John Bradshaw, ως
φανταστική μυθοπλασία. Αυτό πρέπει να κάνει και με τον προσωπικό σωτήρα.
Η εναλλακτική
είναι κάτι σαν το channeling. Έχεις «συντονιστεί» με το πνεύμα ενός αρχαίου
Γκουρού, που ονομάζεται Ιησούς και λαμβάνεις αποκαλύψεις απ’ αυτόν, συχνά μικροπράγματα,
μικρά κεντρίσματα συνειδητότητας και τα
παρόμοια.
Στην
πραγματικότητα δεν βλέπω τίποτε παραπάνω όταν Ευαγγελικοί ευσεβιστές λένε «το
να έχεις μια προσωπική σχέση με τον Χριστό» από μια φαντασίωση, ένα παραφουσκωμένο
όνομα για την ανάγνωση της Βίβλου και την απαγγελία των προσευχών τους. Αλλά
εάν αυτοί αναφέρονται σε μια πραγματική «προσωπική σχέση», αυτό θα ήταν
αποτέλεσμα μιας περίπτωσης channeling. Υποψιάζομαι πως γι αυτό οι
φονταμενταλιστές που καταδικάζουν τους Νεοεποχίτες channelers δεν το απορρίπτουν σαν απλή και
καθαρή απάτη (αν και προφανώς είναι),
αλλά αντίθετα σκέφτονται ότι ο Ramtha και οι άλλοι είναι οι δαίμονες του channeling. Εάν αυτοί έλεγαν
ότι επρόκειτο για σκέτη ψευδαίσθηση, γνωρίζουν που καταλήγουν δείχνοντας τα
άλλα τέσσερα δάχτυλα.
Ειδικά υπό
την έννοια ότι στην πραγματικότητα η ευσέβεια του «έχω μια προσωπική σχέση με
τον Θεό» και «τον προσκαλώ στην καρδιά μου» είναι ξένη με την Καινή Διαθήκη και
ποτέ δεν αναφέρθηκε εκεί απ’ όσο μπορώ να ξέρω, είναι εκπληκτικό για μένα ότι
το ανάγουν σε σημάδι σωτηρίας! «Αν δεν έχεις μια προσωπική σχέση με τον Ιησού, παλικάρι
μου, θα βράζεις κάποια μέρα στην κόλαση, Σσσς!» Μιλάμε για άγριο χλευασμό του
προσωπικού σωτήρα:
Κανείς δεν
είχε ακούσει γι’ αυτό το πράγμα μέχρι το κίνημα των Γερμανών
ευσεβιστών του δέκατου όγδοου αιώνα. Η ανάδειξη ενός κλαψιάρικου τύπου ευσεβισμοιύ σε συνθηματικό
για τους ουρανούς, μοιάζει μ’ αυτό που
λένε οι περιθωριακοί Πεντηκοστιανοί όταν
ισχυρίζονται πως δεν μπορείς να μπεις στον ουρανό εκτός κι αν μιλάς γλώσσες. «
Με ρωτάς αν αυτός ζει;» ρωτά η χορωδία, «Ζει μέσα στην καρδιά μου» Ακριβώς! Ένα πλάσμα της φαντασίας!
Τέταρτο, Ο
Χριστός είναι μια μυθοπλασία κατά οποία ο Χριστός λειτουργεί, με έναν αόρατο
και αμφίσημο τρόπο, ως στενογραφία ενός αχανούς συστήματος πιστεύω και οδηγιών
τα οποία αυτό επικαλείται εκ μέρους του. Τιθέμενο απλά, αυτό σημαίνει ότι όταν
ένα ευαγγελικός ή ένας απολογητής σε προσκαλεί να έχεις πίστη στον «Χριστό»,
αυτός πρακτικά διακινεί έναν μεγάλο αριθμό άλλων πραγμάτων. Για παράδειγμα, Χαλκηδονιακή
Χριστολογία, το δόγμα της Τριαδικότητας, την Προτεσταντική ιδέα της πίστης
και της χάρης, μια ιδιαίτερη θεωρία της βιβλικής έμπνευσης φονταμενταλισμού,
συνήθειες του εκκλησιασμού, κλπ. Αυτά είναι όλα διακριτά και ανοικτά ζητήματα. Οι
θεολόγοι έχουν αντιπαρατεθεί επ’ αυτών για πολλούς αιώνες και αντιπαρατίθενται
ακόμη. Η μάζα των πιστών ακόμη καυγαδίζει γι’ αυτά, όπως πιθανόν γνωρίζεις αν
έχεις αφιερώσει χρόνο σε κάποιον από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά ή τους αντβεντιστές
της Έβδομης Ημέρας. Εάν με ακούσεις να λέω ότι η δική σου πρώτη σκέψη είναι «
Όχι, αυτό το πλήθος δεν είναι πραγματικά Χριστιανοί» έχεις αποδείξει την άποψή
μου! Ποιος έδωσε στους διαμαρτυρόμενους φονταμενταλιστές το copyright της λέξης
Χριστιανός;
Κανείς
ευαγγελικός δεν κάλεσε ποτέ κόσμο να πιστέψει στον Χριστό και μετά να αρχίσει
να εξετάζει όλα τα άλλα θέματα που
συσχετίζονται μ’ αυτούς. Κανένας! Η τριαδικότητα, το αλάθητο της βίβλου, για
κάποιους ακόμη και ο αντιδαρβινισμός,
δεν είναι διαπραγματεύσιμα. Δεν μπορεί να είσαι γνήσια σωσμένος εάν δεν έχεις
θέσει τα όρια ως προς αυτά τα θέματα. Έτσι, γι’ αυτούς, «η αποδοχή του Χριστού»
σημαίνει «αποδοχή της Τριαδικότητας, το βιβλισμού, του δημιουργισμού, κλπ». «Κι
αυτό με την σειρά του σημαίνει ότι ο «Χριστός» είναι η συντομογραφία για όλη
την δική τους σχεδία των δογμάτων και των απόψεων, που όλες προορίζονται να
γίνουν αποδεκτές «μέσω πίστεως», στην
αυθεντία κάποιου άλλου.
Η
χριστιανική μυθοπλασία είναι μια ομπρέλα για αναντίρρητη αποδοχή αυτό που κάποιοι
κήρυκες ή ιδρύματα μας ωθούν να πιστέψουμε.
Κι αυτή δεν είναι κάποια καινούργια διαστροφή του Χριστιανισμού. Ο
Παύλος ήδη απαιτεί « την αιχμαλωσία κάθε σκέψης υπέρ του Χριστού» «λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ», και ήδη επιμένει στην «υπακοή της πίστης». (Ρωμ.
1,5 δι᾿ οὗ ἐλάβομεν χάριν καὶ ἀποστολὴν εἰς ὑπακοὴν πίστεως ἐν πᾶσι τοῖς ἔθνεσιν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματος αὐτοῦ, ) Εδώ ο
Χριστός έχει γίνει ήδη αυτό που ήταν στον Μεγάλο Ιεροεξεταστή του
Ντοστογιέφσκι: Ένας ευφημισμός για τις οριακές δογματικές γραμμές ενός
ιδρύματος. Η άποψη του Ντοστογιέφσκι, φυσικά, ήταν ότι ο «πραγματικός « Ιησούς
αντιτίθεται προς την χρήση του ονόματός του για την έγκριση της θρησκευτικής καταπίεσης. Αλλά θυμηθείτε,
παρόλο το ευγενικό κίνητρο, ο Ιησούς του Ντοστογιέφκι είναι επίσης ένα
δημιούργημα μυθοπλασίας. Είναι προ πάντων, ¨Η Παραβολή του Μεγάλου Ιεροεξεταστή».
Έτσι λοιπόν, ο Χριστός μπορεί να θεωρηθεί ως μυθοπλασία για τέσσερεις λόγους. 1) είναι
αρκετά πιθανόν να μην υπάρχει ιστορικός Ιησούς 2) Ακόμη κι αν υπάρχει, είναι
για μας χαμένος, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει διαθέσιμος ιστορικός Ιησούς για
μας. Και 3) ο Ιησούς που «μιλά μαζί μου και βαδίζει μαζί μου και μου λέγει ότι
είμαι δικός του» είναι μια φανταστική απόδοση και κατά βάση δεν μπορεί να είναι
τίποτε άλλο εκτός από μυθοπλασία. Και τέλος 4) «Ο Χριστός» είναι ένα
επιχειρηματικό σήμα για τα τους διάφορους θρησκευτικούς θεσμούς, είναι μια
ευφημιστική μυθοπλασία, όχι διαφορετική από τον Ronald McDonald, τον Mickey Mouse, ή τον Joe Camel σκοπός των οποίων είναι να σε οδηγήσουν στο να
καταπιείς ένα ολόκληρο σύστημα πιστεύω και συμπεριφορών μέσα από μια πράξη
απλής πίστης, βραχυκυκλώνοντας την επικίνδυνη διαδικασία της σκέψης πάνω σε
θέματα εκτός των δικών σου συμπερασμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου