Από την μελέτη χειρογράφων που βρέθηκαν μεταξύ των «παπύρων της Νεκρής θάλασσας»» ο συγγραφέας Martin A. Larson στο μνημειώδες έργο του «Η ιστορία της Χριστιανικής προέλευσης» ακολουθεί την ανάπτυξη της Ιουδαϊκής κοινότητας των Εσσαίων από την περίοδο της διαμόρφωσης των Σαδωκιτών, που έγιναν αργότερα γνωστοί ως Χασιδίμ οι οποίοι μαζί με τους Σαδουκαίους αυτοπροσδιορίστηκαν ως «τα παιδιά του Σαδώκ». Από ιστορικές αναφορές, είναι αδύνατον να προσδιορισθεί πότε ακριβώς ξεκίνησε η εξαφάνιση αυτών των σεκτών.Οι πρώτες γνωστές αναφορές γι΄αυτούς είναι κατά την βασιλεία του Ασμοναίου Ιωάννη Υκρανού. (134-104 πκε). Οι Σαδδουκαίοι ηρνούντο την ύπαρξη της πρόνοιας και πίστευαν στην ελεύθερη βούληση ενώ οι Φαρισαίοι οι οποίοι έγιναν μια από τις δύο σέχτες που προέκυψαν από την διάσπαση των Χασιδίμ, η άλλη ήταν οι Εσσαίοι, πίστευαν στον προορισμό. Οι Χασιδίμ ενσωμάτωσαν στον Ιουδαϊσμό την Ζωροαστρική εσχατολογία. Ενώ οι Εσσαίοι αποδέχονταν την διδασκαλία του Ζωροαστρη και βαθμιαία αποσύρονταν από το κακό της κοινωνίας, οι Φαρισαίοι απέρριψαν τις διδασκαλίες αυτές, έγιναν περισσότερο κοσμικοί και ενδιαφέρθηκαν για την απόκτηση πλούτου.
Ενώ οι Φαρισαίοι ανέμεναν την άφιξη ενός Μεσσία από την γενιά του Δαβίδ που θα επέτρεπε στο Ισραήλ να κυβερνήσει μια αχανή αυτοκρατορία, οι Εσσαίοι οραματίζονταν έναν υπερφυσικό Μεσσία της Ηθικής Κρίσης. Οι Φαρισαίοι ήταν αυτοί που ανέπτυξαν την λατρεία του Ναού και την αιματηρή θυσία που απορρίπτονταν και τα δύο από τους Εσσαίους. Γύρω στο 100 πκε υπάρχουν στοιχεία ότι ο ηγέτης προέκυψε από τους Εσσαίους, ο οποίος έχοντας ταξιδέψει τον κόσμο αφομοίωσε επιρροές από άλλες θρησκείες και εισήγαγε τα δόγματα του Πυθαγόρα στον Ιουδαιο/Ζωρτοαστρική κοινότητα.
Από αρχαιολογικές καταγραφές, γνωρίζουμε ότι οι αποστολικές εγκαταστάσεις στο Khirbet-Qumran κατοικήθηκαν από αυτήν την σέκτα το 104 πκε μέχρι την εγκατάλειψη μετά τον σεισμό του 31πκε. Παρέμειναν κενές μέχρι το 4 πκε όταν η σέκτα τις έκανε ξανά το σπίτι της μέχρι την στιγμή της καταστροφής τους από τους Ρωμαίους στα 68-69 κε. Ο θύλακας είχε αντιγραφείο με καθίσματα και πάγκους για την μελέτη των παπύρων, ένα επιτροπείο για την αποθήκευση των κοινών αγαθών της σέκτας και ακριβώς έξω μια δεξαμενή μια δεξαμενή που χρησιμοποιούνταν για καθημερινές βαπτιστικές τελετουργίες υπήρχε ακόμη κι ένας μεγάλος πάνω όροφος. καὶ αὐτὸς ὑμῖν δείξει ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον ἕτοιμον· ἐκεῖ ἑτοιμάσατε ἡμῖν. Κατά Μάρκον 14.15
Από το Εσσαικό κείμενο «Το βιβλίο του Ενώχ» βρίσκουμε αναμεμειγμένες Ιουδαικές και Ζωροαστρικές θρησκευτικές έννοιες. Αυτό το κείμενο πρέπει να είχε γραφεί επί μια αξιοσημείωτη περίοδο χρόνου καθότι τα τελευταία κεφάλαια ενσωμάτωναν Πυθαγόρια θρησκευτικά χαρακτηριστικά όπως η κοινοβιακή ζωή και η αγαμία. Εδώ βρίσκουμε επίσης και την πρώιμη διαμόρφωση της Χριστιανικής εσχατολογίας όπως την αθανασία της ψυχής και τις μετά θάνατον ανταμοιβές και τιμωρίες. Κι ενώ είναι σαφές ότι οι Εσσαίοι θεωρούσαν τον πλούτο και την προσωπική περιουσία δαιμονικά, είναι ακόμη σαφέστερο ότι, κάτι που έκαναν μόνον οι Βουδιστές, τα θεωρούσαν κακά όταν τα κατείχαν οι εχθροί τους. Επειδή προσδοκούσαν ότι όταν θα επέστρεφε ο Μεσσίας θα εγκαθίδρυαν το βασίλειό του στο οποίο αυτοί μεν θα αποκτούσαν σπίτια μέσω της αρετής τους, οι δε αμαρτωλοί θα παρεδίδοντο στα χέρια των ενάρετων. Το απόλυτο μίσος τους εναντίον εκείνων που τότε κατείχαν πλούτο είναι σαφέστατα προφανές σ’ αυτό το κείμενο.
Από τον σχολιασμό του Αβακούμ μαθαίνουμε για τον «Διδάσκαλο της αρετής» και τον «φαύλο ιερέα» ή τον «άνθρωπο του ψεύδους» ο οποίος θα έπρεπε να είναι Αριστόβουλος ο ΙΙ, ο τελευταίος Ασμοναίος Βασιλιάς. Εδώ μαθαίνουμε για την εκτέλεση των Εσσαίων ηγετών. Τώρα, το μείζον ζήτημα της διαμάχης μεταξύ των Εσσαίων και των Εξελληνισμένων Ασμοναίων είναι το 364ήμερο ημερόγιο των Εσσαίων εναντίον του 365 και ¼ ημερών αυτού των Ασμοναίων. Ο Αριστόβουλος όντας αποφασισμένος να εξορίσει τον Διδάσκαλο και τον κλητεύει σε ανάκριση και δίκη. Τις μέρες του Πάσχα, οι οποίες διέφεραν εξ αιτίας της χρήσης διαφορετικών ημερολογίων που χρησιμοποιούνταν από το ιερατείο και τους Εσσαίους, αυτός εμφανίσθηκε ενώπιον των ιερέων και αμφισβήτησε το ημερολόγιό τους, για το οποίο συνελήφθη, δικάστηκε και καταδικάστηκε. Μαστιγώθηκε και εκτελέστηκε κατά την διάρκεια της γιορτής του Πάσχα.
Σύμφωνα με τον αρχειοθέτη των κυλίνδρων της Νεκρής Θάλασσας, Robert Eisenman, ο «Εσσαίος Διδάσκαλος της Αρετής» ήταν ο Ιάκωβος ο αδελφός του Ιησού και τα γραπτά αυτά δεν ήταν από τον πρώτο και δεύτερο αιώνα πκε, αλλά από τον πρώτο αιώνα κε. Αυτός λοιπόν ταυτοποιεί τον «φαύλο διδάσκαλο» ως τον Παύλο. Αυτό που θα μπορούσε τώρα να σου αποβεί αρκετά σοκαριστικό, είναι ότι οι Χριστιανικές γραφές που διαβάζεις στην βίβλο σου δεν είναι στην πραγματικότητα από την Παλαιστίνη, αλλά από την Ρώμη. Οι κύλινδροι της Νεκρής θάλασσας παρέχουν είναι μια αντιφατική ιστορία γεγονότων στην Παλαιστίνη τον 1ο αιώνα κε. Οι κύλινδροι ενισχύονται περαιτέρω από τα ονομαζόμενα γραπτά του «Ψευδοκλήμη» τα οποία αντανακλούν μια Ιουδαϊκότερη εκδοχή του πρώτου αιώνα Χριστιανισμού ή Εσσαισμού σ’ αντίθεση με την εκρωμαϊσμένη διήγηση που σου έδωσαν στην Καινή Διαθήκη. Το πρόθεμα τώρα ψεύδο- αποδίδεται σ΄ αυτούς όχι από τους συγγραφείς, αλλά από την Ρωμαϊκή Εκκλησία σε μια προσπάθεια να απαξιώσουν τους κυλίνδρους και τους Ιουδαίους γενικότερα. Δεν είναι απίθανο αυτές οι αναφορές να προέρχονται και από τις δύο περιόδους. Οι Εσσαίοι είχαν την συνήθεια να ξαναγράφουν με νέο υλικό παλιές ιστορίες. Ο πρωτότυπος Αβακούμ ήταν αρχικά ένας προφήτης από την Παλιά Διαθήκη.
Από την «Διαθήκη των δώδεκα Πατριαρχών», γραμμένη αρχικά κατά την βασιλεία του Υκρανού, αλλά τροποποιημένη μετά από την πτώση του Αριστόβουλου του ΙΙ, μαθαίνουμε ότι αυτή η περίοδος έγινε γνωστή ως «το τέλος των αιώνων». Υπήρχαν μερικές μετέπειτα Χριστιανικές προσθήκες που παρεμβλήθηκαν πιθανώς κατά τον πρώτο αιώνα. Γύρω στο 60 πκε προστέθηκε ένας αριθμός παρεμβολών στις οποίες ο Διδάσκαλος αναφέρεται ως «ο σωτήρας του κόσμου» και ως «ενσαρκωμένος Θεός» όρος που δεν χρησιμοποιούταν για την περιγραφή του Ιησού από την Αποστολική Εκκλησία. Καταρχήν, μέλη της πρώιμης Καθολικής Εκκλησίας αποδέχονταν το έγγραφο αυτό ως αναφερόμενο στον Ιησού και έγιναν αρκετά αντίγραφά, αλλά τον τρίτο αιώνα οι θεολόγοι άρχισαν να αμφιβάλουν για την αυθεντικότητά του. Οι μελετητές τελικά απέδειξαν ότι το έγγραφο ήταν αρχικά μια σύνθεση του δεύτερου αιώνα η οποία υπέστη αρκετές προσθήκες και παρεμβολές κυρίως μετά από την κατάκτηση του Πομπήιου. Η πρώιμη χρονολόγηση του εγγράφου είναι σαφής από τις αναφορές στην πτώση του Ναού και το τέλος της ανεξαρτησίας του Ιουδαϊκού Βασιλείου που συνέβη όταν ο Πομπήιος κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα. Περαιτέρω στοιχεία προχριστιανικής προέλευσης είναι πρώτον, η παράλειψη οποιασδήποτε αναφοράς στους Ρωμαίους, παρά μόνον ότι ο Διδάσκαλος δολοφονήθηκε από Ιουδαίους Ιερείς, και δεύτερον η παντελής απουσία γνώσης ιστορίας των συγγραφέων πέραν αυτού του χρονικού πλαισίου.
Η Εσσαική κοινότητα πίστευε ότι ο «Διδασκάλος της Αρετής» θα «εγκαθιστούσε το βασίλειο των ουρανών στην γη. Η όλη ιδέα ήταν παράλληλη μ’ αυτά που θεωρούσε ο Ιησούς σε σχέση με τον εαυτό του. Επιστρέφοντας παντοδύναμος στην γη, ο διδάσκαλος πρόκειται να διεξάγει την τελευταία κρίση και να γίνει η κεφαλή και ο κυβερνήτης του νέου βασιλείου ˙ οι Εθνικοί θα φωτισθούν απ’ αυτόν και θα αναγεννηθούν» "—Martin A. Larson, "The Story of Christian Origins."
Από τις Ιουδαϊκές γραφές δεν ακούμε τίποτε σχετικά με τον Ιησού των Χριστιανών, αλλά αλλά υπάρχει ένας πλούτος πληροφοριών σε σχέση με κάποιον Γιεζού γιό του Πεντίρα (είναι μια Ιουδαϊκο-Αραμαϊκή μορφή του Ελληνικού ονόματος Πάνδηρος). Είναι γραμμένο ότι κατά την βασιλεία του Ιαννέου, 103-76 πκε, ένας ανυπόληπτος νεαρός ονόματι Ιωσής Πενδήρας αποπλάνησε την αγνή και μόνη Μίριαμ παριστάνοντας τον μνηστήρα της. Η σχέση γέννησε ένα γιό που ονομάστηκε Yehoshua ή Yeshu ο οποίος έφυγε για την Γαλλιλαία όταν έγινε γνωστό ότι δεν ήταν νόμιμος. Εκεί άσκησε μαγεία μαθαίνοντας τα γράμματα των ανείπωτου ονόματος. Και δήλωνε ότι γεννήθηκε από παρθένο. Σύμφωνα με τον Ησαΐα 7.14 δήλωνε το ευαυτό του ως μεσσία. Σύμφωνα με το Toldoth Yeshu (Γενεαλογία γενέσεως Γεσού) συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον της Βασίλισσας Ελένης, πιθανώς συζύγου του Αριστόβουλου του ΙΙ, και κατηγορήθηκε για άσκηση μαγείας. Έφεραν μπροστά του ένα πτώμα και ο Γεσού το επανέφερε στη ζωή κάτι που έκανε την Βασίλισσα μια ένθερμη ακόλουθο. Ένας άνθρωπος που ονομαζόταν Ιούσας Ισκάριτο διδάχθηκε επίσης το άρρητο όνομα και άσκησε και αυτός μαγεία. Και οι δύο δικάστηκαν από την βασίλισσα, αλλά και οι δύο έχασαν την ανάμνηση του ονόματος και κατέληξαν αδύναμοι. Αυτό είναι το ασθενέστερο μέρος της ιστορίας, καθώς ισχυριζόταν ότι συνέβη στην Τιβεριάδα, μια πόλη που δεν υπήρχε στον πρώτο αιώνα πκε και ήταν υπό κατασκευήν κατά την διάρκεια της ζωής του Ιησού της Ναζαρέτ και ονομάσθηκε έτσι στη μνήμη του Αυτοκράτορα Τιβέριου ο οποίος δενμ είχε καν γεννηθεί την στιγμή που υποτίθεται ότι συνέβαινε αυτή ιστορία.Ωστόσο, αυτή η ιστορία προέρχεται από το Toldoth το οποίο γράφτηκε κατά τους σκοτεινούς χρόνουςοι οποίοι χρεώνονται για το λάθος. Το βαβυλωνιακό Ταλμούδ χρονολογείται από τον ύστερο δεύτερο αιώνα) Θα πρέπει επείσης να σημειωθεί ότι υπήρχαν πολλές εκδοχές του Toldoth, χρονολογούμενες από τα πρώιμα χρόνια του 4ου ή του 5ου αιώνα, το Φλωρεντιανό χειρόγραφο, το χειρόγραφο του Μονάχου, το χειρόγραφο των Παρισίων, τα αποσπάσματα του χειρογράφου της Γκενίζαπου βρέθηκαν στο Κάιρο είναι πιθανώς ο πρωιμότερος Γεσού στις διηγήσεις του Ταλμούδ. Παρότι ο Γεσού του Toldoth και του Ταλμούδ πιθανώ σαν αναφέρεται στο ίδιο πρόσωπο, πρέπει να σημειωθεί ότι ο Ταλμουδικός Γεσού ήταν ένας ώριμος Ιουδαίος ιερεύς κατά την διάρκεια της βασιλείας του Αλέξανδρου Ιαννέου, ενώ ο Γεσού του Toldoth είχε μόλις γεννηθεί εκείνο τoν καιρό.
Υπάρχουν πολλοί μελετητές που πιστεύουν ότι το Toldoth Γεσού δεν είναι τίποτε άλλο από μια παρωδία του χαμένου τώρα ευαγγελίου των Εβραίων ή πιθανότερα του Μαρ Γεζου. Αυτά τα Ιουδαϊκά γραπτά μαζί με το βιβλίο του Ελξάι, τα οποία παρουσιάζουν την πραγματική ταυτότητα του Ιησού Χριστού, καταστράφηκαν από την Εκκλησία στα 1415 κε, υπό τις διαταγές του Πάπα Βενέδικτου του ΧΙΙΙ. Είναι αρκετά πιθανό ότι όλα τα Ιουδαϊκά γραπτά που σχετίζονται με τον Ιησού, είναι Ιουδαϊκές απόπειρες χλευασμού , όχι του Χριστιανικού Ιησού αλλά του Εσσαίου διδάσκαλου. Τότε όμως πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι αν δεν ήταν για τον Εσσαίο Διδάσκαλο, δεν θα υπήρχε ποτέ ο Ιησούς Χριστός.
Ο Γεσού είχε πέντε μαθητές: Το Ματάι (Ματθαίο), τον Νακάι, Νέιτζερ, Μπούνιο και Τοντα (Θαδαίο). Η ιστορία αρχίζει με την περιγραφή του πώς ο Γεσού και οι μαθητές του πάσχισαν να ανατρέψουν τον Ιουδαϊσμό με την αναχρονολόγηση των εορτάσιμων ημερών και την αποκήρυξη των τελετών και των διατροφικών νόμων. Οι μαθητές του τότε δήλωσαν ότι ο ηγέτης τους καθόταν πλέον στα δεξιά του θεού και θα επέστρεφε κάποια μέρα ως παντοδύναμος Μεσσίας. Τα θέματα των εορτάσιμων ημερών και του αποκλίνοντος ημερολογίου είναι όμοια και η έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς των Ρωμαίων για κάθε χαρακτήρα από τις περιγραφές των ευαγγελίων ισχυροποιεί την πιθανότητα ότι η ιστορία του Γεσού είναι Ορθόδοξα Ιουδαϊκή έκδοση της εκτελέσεως του Εσσαϊκού «Διδάσκαλου της Αρετής»
Οι Εσσαίοι γνώριζαν λίγα, αλλά αυτοί και ο «δικός τους «Δάσκαλος της Αρετής» είχαν γράψει για την καταστροφή του Ιουδαϊκού λαού και την άλωση των Ιεροσολύμων. Το μόνο που απέμενε ήταν οι Ρωμαίοι να βρουν το σενάριο και να παίξουν την τραγωδία. Κι αφού ο Διδάσκαλος πιστεύεται ότι εισήγαγε τον Πυθαγορισμό στην Εσσαϊκή κοινότητα, είναι πολύ καλό να διδασκόμαστε κάποια πράγματα σε σχέση με τα δόγματά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου